ανεμίδα

ανεμίδα
η
1) метательная машина; 2) см. ανεμίδι 2

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "ανεμίδα" в других словарях:

  • ανεμίδα — (I) η 1. η πολύ ψιλή, σχεδόν αδιόρατη βροχή 2. ο φλοιός του σταριού ή οι κούφιες σταφίδες που παρασύρονται από τον άνεμο κατά το λίχνισμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ανεμίδι < μσν. ανεμίδιον «ελαφρός άνεμος»]. (II) η [ανέμη] 1. η ανέμη 2. χειροκίνητο… …   Dictionary of Greek

  • αλωνιστική μηχανή — Γεωργικό μηχάνημα, το οποίο διαχωρίζει τους κόκκους των δημητριακών από το περίβλημά τους και τους απαλλάσσει από το άχυρο και τις άλλες ξένες ύλες. Ανάλογα με τις εργασίες που εκτελούν, οι α.μ. διακρίνονται σε απλές, σύνθετες και πλήρεις. Η απλή …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»